Μήνυμα Κυριακής του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

Με την πνευματική μας αναγέννηση γίναμε συμμέτοχοι της δυνάμεως του παντοδύναμου Θεού


Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

Η σημερινή περικοπή του ιερού Ευαγγελίου προκαλεί συγχρόνως τρόμο και δοξολογία. Τρόμο διότι, μέσω ενός δαιμονισμένου, λαμβάνουμε εμπειρία, όχι μόνον της ύπαρξης του Διαβόλου και των πονηρών πνευμάτων αλλά και του απύθμενου μίσους που τρέφουν απέναντι στον άνθρωπο. Προκαλεί όμως συγχρόνως συναισθήματα χαράς και δοξολογίας διότι, μέσω της εξιστόρησης του σημερινού θαύματος, λαμβάνουμε εμπειρία της απέραντης αγάπης και φιλανθρωπίας του Χριστού για τον άνθρωπο, αλλά και της συντριπτικής του υπεροχής απέναντι στις δυνάμεις του σκότους. Το συγκλονιστικό είναι πως την υπεροχή αυτή, μέσω της φωνής του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου, ομολογεί ο ίδιος ο Διάβολος, ο οποίος ικετεύει τον Υιό του Θεού να μην τον βασανίσει.

Όντως, ζούμε σε καιρούς σκοτεινούς. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η ανθρωπότητα γεύεται τη δύναμη του κακού. Από την στιγμή που ο άνθρωπος, μέσω του προπατορικού αμαρτήματος, επέτρεψε στον Διάβολο να αποκτήσει εξουσία πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη και να βρει πρόσβαση στην ανθρώπινη ιστορία, ο κόσμος όλος «εν τω πονηρώ κείται», όπως αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην πρώτη Επιστολή του. Η εποχή μας έχει όμως να επιδείξει κάτι πρωτόγνωρο, κάτι που επιτρέπει στον Διάβολο να δρα ανενόχλητος και να δεσμεύει ανυποψίαστες ψυχές. Κάτι όμως που, πλέον, αποτελεί στις μέρες μας γενικευμένη άποψη και αφήνει τους ανθρώπους εντελώς ανυπεράσπιστους. Ποιό είναι αυτό; Είναι η ψευδαίσθηση πως ο Διάβολος δεν υπάρχει. Και μάλιστα, όπως διδάσκει ο Άγιος Διάδοχος Φωτικής, η γενικευμένη πεποίθηση περί της δήθεν ανυπαρξίας του αποτελεί την ευφυέστερη αλλά και την πλέον επικίνδυνη παγίδα του. Όχι μόνον ο Διάβολος αλλά και ο ίδιος ο Θεός αποτελούν, για τους πνευματικούς ηγέτες των καιρών μας, δήθεν δημιουργήματα της ανθρώπινης φαντασίας και θλιβερά κατάλοιπα μακρινών εποχών άγνοιας και αμορφωσιάς. Σε όλους τους τόνους και με όλους τους τρόπους ολόκληρη η οικουμένη βομβαρδίζεται από την πεποίθηση πως δεν υπάρχει πνευματικός κόσμος, ούτε Θεός, ούτε Διάβολος, και πως ο άνθρωπος είναι το μόνο και πανίσχυρο ον της δημιουργίας. Τίποτε δεν υπάρχει πάνω από τη δύναμη του ανθρώπου. Αυτό διδάσκουν οι συνεχιστές του μεγάλου γερμανού φιλοσόφου Νίτσε, ο οποίος διεκήρυξε τον θάνατο του Θεού. Και δεν συνειδητοποιούν οι διδάσκαλοι αυτής της πλάνης πως, κατ’ ουσίαν, ανακυκλώνουν διαρκώς τον πρώτο, τον μέγα πειρασμό του κήπου της Εδέμ, όταν ο Διάβολος υποσχέθηκε στους Προπάτορές μας πως με τις δικές τους και μόνον δυνάμεις «ως θεοί έσονται», δηλαδή, θα γίνουν ίδιοι με τον Θεό.

Για τον λόγο αυτό, ας μην ακούμε την σημερινή ιστορία σαν κάτι που συνέβη μόνον στο μακρινό παρελθόν και δεν έχει καμία σχέση με μας. Αντιθέτως, μας αφορά άμεσα. Η άρνηση του σύγχρονου ανθρώπου να αποδεχτεί την ύπαρξη του πνευματικού κόσμου, ανοίγει διάπλατα την πόρτα στον Πονηρό, ο οποίος αποκτά πρόσβαση στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Μάγοι, μαντείες, μέντιουμ, σκοτεινές απεικονίσεις δαιμονικών μορφών σε αφίσες και ρούχα, κυρίως όμως μία διάχυτη, αναίτια και ανεξήγητη κακία που περιφέρεται στους δρόμους και φωλιάζει στα σπίτια των σύγχρονων κοινωνιών, επιβεβαιώνουν την σκοτεινή παρουσία του Διαβόλου και αποκαλύπτουν τα σχέδιά του. Ο δαιμονισμένος της σημερινής περικοπής αποτελεί εικόνα της πλάνης και της οδύνης πλήθους ανθρώπων, οι οποίοι, όχι μόνον ταλαιπωρούνται από τον Διάβολο, αλλά, φοβερό και να το πει κανείς, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες τον καλούν για να του παραδώσουν τη ζωή τους.

Τα συμπτώματα του σημερινού δαιμονισμένου θυμίζουν έντονα συμπεριφορές της εποχής μας. Στην σημερινή εξιστόρηση, βλέπουμε τον νου, το σώμα και την ψυχή του να έχουν γίνει παίγνιο στα χέρια του Διαβόλου. Αλλά και πόσοι άνθρωποι σήμερα, έχοντας παραδοθεί στο πάθος του θυμού, βρίσκονται συχνά εκτός εαυτού, αδυνατούν να τιθασεύσουν τις ορμές τους, βιαιοπραγούν χωρίς καμμία αναστολή εύκολα ακόμη και στον φόνο; Ο σημερινός ταλαίπωρος δαιμονισμένος είχε κάνει σπίτι του την έρημο, απεχθανόταν να βρίσκεται με ανθρώπους, προτιμούσε να περιφέρεται στα μνήματα και η μόνη συντροφιά που προτιμούσε ήταν τα οστά των τεθνεώτων. Αλλά και σήμερα, πόσοι άνθρωποι μισούν αδιακρίτως τους πάντες, ακόμη και τους στενούς τους συγγενείς; Σε πόσους ανθρώπους είναι αδύνατον να διεισδύσει στην καρδιά τους ακόμη και το παραμικρότερο ίχνος αγάπης; Αλλά και πόσοι συνάνθρωποί μας οδηγούν καθημερινά το σώμα τους και την ψυχή τους στο θάνατο, είτε με ουσίες, είτε με αρρωστημένες ορμές, είτε βάζοντας τον εαυτό τους σε παράλογους κινδύνους με την ελπίδα να βρει η ύπαρξή τους έστω και ένα ελάχιστο ενδιαφέρον;

Δεν αποτελούν όλα αυτά αποδείξεις, πως, μακριά από τον Θεό, υπάρχει μόνον ο δρόμος που οδηγεί στο κατάντημα και τη δυστυχία του δαιμονισμένου της σημερινής ευαγγελικής περικοπής;

Ίσως, όλα αυτά να προκαλούν φρίκη. Ας μετατρέψουμε, όμως, τη φρίκη αυτή σε οδό συνάντησης με τον Θεό της αγάπης και της γαλήνης και ας γίνει το πυκνό σκότος της απουσίας του Θεού αιτία να εκτιμήσουμε και να αναζητήσουμε με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο το φως της παρουσίας Του. Το σημερινό θαύμα αποκαλύπτει την αδυναμία του ανθρώπου μπροστά στην ισχύ του Διαβόλου. Όποιος επιχειρήσει να αντιμετωπίσει την δαιμονική δύναμη μόνο με ανθρώπινες δυνάμεις, θα ηττηθεί. Το ίδιο θαύμα όμως αποκαλύπτει την υπεροχή του Θεού. Και μόνον η θέα του Χριστού γίνεται σήμερα αιτία, η λεγεών των δαιμόνων να φρίξει. Γίνεται όμως και για μας η αιτία να αναφωνήσουμε: «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών;»

Με τη γέννησή μας βρεθήκαμε σε έναν δαιμονοκρατούμενο κόσμο, του οποίου ο άρχων, ως λέων ωρυόμενος, αναζητά με μανία το θήραμά του που δεν είναι άλλο από την ψυχή μας, όπως αναφέρει ο απόστολος Πέτρος στην πρώτη καθολική Επιστολή του. Με την πνευματική μας αναγέννηση, όμως, όπως πραγματοποιήθηκε κατά την βάπτισή μας, γίναμε συμμέτοχοι της δυνάμεως του παντοδύναμου Θεού, ο Οποίος μας προσφέρει διαρκώς απόρθητη προστασία. Ενωμένοι με τον Χριστό δια των Μυστηρίων και της συμμετοχής μας στη ζωή της Εκκλησίας, ο Πονηρός δεν μπορεί ούτε καν να μας ακουμπήσει, όπως τόσο παρηγορητικά και ελπιδοφόρα αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην πρώτη του Επιστολή. Για τον λόγο αυτό, το βαθύ σκοτάδι που μας περιβάλλει δεν πρέπει επ οὐδενὶ λόγω να αποκρύψει από εμάς το φως της επερχόμενης Βασιλείας. Η φαινομενική παντοδυναμία του Κακού δεν πρέπει να εξασθενήσει την ελπίδα μας στη μελλοντική και βέβαιη νίκη του Κυρίου των δυνάμεων. Η περιφρόνηση των ισχυρών της γης προς το κήρυγμα της αγάπης και της καταλλαγής του Χριστού και Σωτήρα μας δεν πρέπει να μας αποτρέψει από το να ακολουθούμε με συνέπεια και ζήλο το θέλημά Του. Ας Τον αναζητούμε διαρκώς, ώστε η παρουσία Του να μας αποκαλύπτει διαρκώς την φρίκη του Άρχοντα του σκότους και, όπως αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, να μας εξοπλίζει με όπλα φωτός, ικανά να σβήνουν «τα πεπυρωμένα βέλη του Πονηρού» και να μας χαρίζουν διαρκώς μία ζωή γεμάτη χαρά και ελπίδα. Αμήν.